μερλούκιος

μερλούκιος
ο
ζωολ. η πιο εύγευστη κατηγορία τών μπακαλιάρων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • μπακαλιάρος — Βλ. λ. βακαλάος. * * * ο 1. το ψάρι γάδος και, ιδίως ο αλίπαστος, αλλ. βακαλάος 2. ο ιχθύς μερλούκιος ο κοινός 3. ναυτ. ισχυρή δοκός καθηλωμένη κατά μήκος τού τοιχώματος ξύλινου πλοίου 4. μτφ. (για πρόσ.) πολύ αδύνατος και ισχνός άνθρωπος.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”